21 Οκτωβρίου 2015

Ο Τζένγκινς Χαν και το γεράκι


Ενα πρωί ο Μογγόλος πολεμιστής Τζένγκινς Χαν και η ακολουθία του βγήκαν για κυνήγι. Ενώ οι συνοδοί του είχαν μαζί τους τόξα και βέλη, ο Τζένγκινς Χαν είχε στο μπράτσο του το αγαπημένο του γεράκι, που ήταν καλύτερο και πιο εύστοχο από οποιοδήποτε βέλος επειδή μπορούσε να πετάξει στον ουρανό και να δει πράγματα που ο άνθρωπος δεν μπορεί. Ωστόσο, παρά τον ενθουσιασμό της ομάδας, δεν κατάφεραν να βρουν τίποτα. Αποκαρδιωμένος, ο Τζένγκινς Χαν γύρισε στον καταυλισμό, αλλά για να μην μεταφέρει την απογοήτευσή του στους συντρόφους του, απομακρύνθηκε από κοντά τους και αποφάσισε να περπατήσει λίγο μόνος.
Είχαν παραμείνει στο δάσος περισσότερο από ότι είχαν υπολογίσει και ο Χαν ήταν κατάκοπος κα διψασμένος. Εξαιτίας της καλοκαιρινής ζέστης, τα ρυάκια είχαν ξεραθεί και δεν μπορούσε να βρει νερό να πιει μέχρι που - θαύμα! - είδε μπροστά του μια κλωστή νερού να κυλάει από ένα βράχο.
Αφησε αμέσως το γεράκι από χέρι του, πήρε το μικρό ασημένιο κύπελλο που είχε πάντα μαζί του, περίμενε πολλή ώρα μέχρι να γεμίσει και όταν ήταν έτοιμος να το φέρει στα χείλη του, το γεράκι σηκώθηκε στον αέρα, του άρπαξε το κύπελλο από τα χέρια και του το έριξε μακριά.
Ο Τζένγκινς Χαν ήταν έξαλλος, αλλά ήταν το αγαπημένο του ζώο, ίσως να διψούσε κι αυτό. Σήκωσε το κύπελλο, το καθάρισε από τη σκόνη και το ξαναγέμισε. Οταν το κύπελλο ήταν μισογεμάτο, το γεράκι όρμησε ξανά και έχυσε το νερό.
Ο Τζενγκινς Χαν λάτρευε το ζώο του, αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε σε καμιά περίπτωση να του επιτρέψει να δείξει ασέβεια προς το πρόσωπό του, καθώς κάποιος μπορεί να παρακολουθούσε από μακριά την σκηνή και να διηγιόταν αργότερα στους πολεμιστές του ότι ο μεγάλος κατακτητής ήταν ανίκανος να επιβληθεί σε ένα απλό πουλί.
Τράβηξε λοιπόν το σπαθί από την ζώνη του, πήρε το κύπελλο και ξανάρχισε να το γεμίζει παρακολουθώντας με το ένα μάτι την πηγή και με το άλλο το γεράκι. Μόλις είδε ότι υπήρχε αρκετό νερό και ήταν έτοιμος να πιεί, το γεράκι πέταξε ξανά προς το μέρος του. Ο Χαν του τρύπησε το στήθος με ένα θανατηφόρο χτύπημα.
Το νερό όμως δεν έπεφτε πια. Αποφασισμένος να πιεί πάση θυσία, ο Χαν ανέβηκε στον βράχο ψάχνοντας την πηγή. Προς μεγάλη του έκπληξη, υπήρχε πράγματι μια κοιλότητα με νερό και μέσα σ΄ αυτή, νεκρό βρισκόταν ένα από τα πιο δηλητηριώδη φίδια της περιοχής. Αν είχε πιεί από το νερό, δεν θα βρισκόταν πια ανάμεσα στους ζωντανούς...
Ο Χαν γύρισε στον καταυλισμό με το νεκρό γεράκι στην αγκαλιά του. Διέταξε να φτιάξουν ένα χρυσό άγαλμα του πουλιού και να χαράξουν στο ένα από τα φτερά του:
"Ακόμα κι όταν ένας φίλος κάνει κάτι που δεν σου αρέσει, παραμένει φίλος σου"
Στο άλλο φτερό έβαλε να γράψουν:
"Οποιαδήποτε πράξη οργής είναι μια πράξη καταδικασμένη στην αποτυχία".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

To λιοντάρι που νόμιζε πως ήταν πρόβατο

Μέσα στο πυκνό δάσος ζούσε μια λιονταρίνα με τον σκύμνο της (το λιονταράκι της). Πείνασαν όμως και η λιονταρίνα με το μικρό της βγήκαν σε αν...